Όταν ο τοκετός αφήνει ψυχικό τραύμα

Μαίρη Κόλλια, Ψυχολόγος, MSc
Γνωσιακή συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεύτρια
https://kolliapsychologist.gr/

Τί ονομάζουμε τραυματική εμπειρία τοκετού και μεταγεννητική Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (ΔΜΤΣ);

Κατά την περιγεννητική περίοδο, δηλαδή από την εγκυμοσύνη έως και ένα χρόνο μετά τον τοκετό, οι γυναίκες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε ψυχικές δυσκολίες. Η εμπειρία του τοκετού παίζει σημαντικό ρόλο στην ψυχική τους υγεία και μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το πώς βλέπουν τον εαυτό τους ως μητέρες. Για πολλές γυναίκες, ο τοκετός είναι μια ευχάριστη εμπειρία χαράς και συγκίνησης που δημιουργεί αίσθημα ενδυνάμωσης και αυτοπεποίθηση. Για άλλες, όμως, είναι μια εξαιρετικά αρνητική, επίπονη έως και τραυματική διαδικασία, που συνδέεται με σκέψεις αποτυχίας, δυσάρεστα συναισθήματα και ψυχικές δυσκολίες.

Τραυματική εμπειρία τοκετού ονομάζεται η εμπειρία τοκετού κατά την οποία το άτομο βιώνει γεγονότα που προκαλούν έντονη δυσφορία και επηρεάζουν αρνητικά την υγεία και την μετέπειτα ποιότητα της ζωής του.

Σε κάποιες περιπτώσεις μετά από μια τραυματική εμπειρία τοκετού, η γυναίκα μπορεί να αναπτύξει μεταγεννητική ΔΜΤΣ. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, μεταγεννητική ΔΜΤΣ, μπορεί να εμφανιστεί όταν κατά τον τοκετό, υπάρχει γεγονός ή απειλή θανάτου, σοβαρός τραυματισμός ή σεξουαλική βία. Ένα άτομο με μεταγεννητική ΔΜΤΣ μπορεί να αισθάνεται ότι «ξαναζεί» τον τοκετό χωρίς να το θέλει (π.χ. να έχει εικόνες του τραυματικού γεγονότος ή εφιάλτες που θυμίζουν την τραυματική εμπειρία, κ.ά.), να αποφεύγει οτιδήποτε θυμίζει τον τοκετό, να έχει αρνητικές σκέψεις (π.χ. «όλοι οι τοκετοί είναι επικίνδυνοι»), να δυσκολεύεται να ανακαλέσει μνήμες του τοκετού, να κατηγορεί τον εαυτό του για τον τοκετό, να βιώνει ενοχές, αίσθημα μοναξιάς, νευρικότητα, αίσθημα ανησυχίας, διαταραχές στον ύπνο. Τα παραπάνω συμπτώματα, χρειάζεται να διαρκούν για πάνω από ένα μήνα για να πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη μεταγεννητική ΔΜΤΣ.

Πότε αυξάνεται ο κίνδυνος για μια τραυματική εμπειρία τοκετού ή/και μεταγεννητική ΔΜΤΣ;

Τραυματική εμπειρία τοκετού θεωρείται κάθε εμπειρία τοκετού που βιώνεται ως ψυχικό τραύμα. Οπότε το αν ένας τοκετός θα ονομαστεί «τραυματικός», εξαρτάται από τα υποκειμενικά κριτήρια κάθε ατόμου. Παράλληλα, μέσα από έρευνες έχουν βρεθεί κάποιοι παράγοντες που κάνουν τις γυναίκες περισσότερο ευάλωτες να βιώσουν τον τοκετό σαν μια τραυματική εμπειρία  ή/και να εμφανίσουν μεταγεννητική ΔΜΤΣ.

Πριν τον τοκετό, οι γυναίκες που έχουν περάσει ψυχικές διαταραχές στο παρελθόν, παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο να βιώσουν τον τοκετό ως «τραύμα». Ακόμα, γυναίκες που δυσκολεύονται με κατάθλιψη, τοκοφοβία, επιπλοκές κατά την εγκυμοσύνη ή έχουν περάσει άλλες τραυματικές εμπειρίες στη ζωή τους, φαίνονται περισσότερο ευάλωτες στη μεταγεννητική ΔΜΤΣ.

Κατά τη διάρκεια του τοκετού, ο έντονος πόνος, οι επείγουσες μαιευτικές καταστάσεις, το αίσθημα αβοηθησίας ή/και παραμέλησης από επαγγελματίες υγείας, η έλλειψη υποστήριξης, ή/και η μη τήρηση του πλάνου τοκετού, μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση συμπτωμάτων ΔΜΤΣ μεταγεννητικά. Ακόμα, στην περίπτωση που μια γυναίκα βιώσει επείγουσα καισαρική τομή, την οποία δεν έχει επιλέξει, μπορεί να αισθανθεί ότι χάνει τον έλεγχο του τοκετού της και έτσι να αυξηθεί ο κίνδυνος εμφάνισης μετατραυματικών συμπτωμάτων.

Τέλος, μετά τον τοκετό, η εισαγωγή νεογνού στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών (ΜΕΝΝ) ή/και η έλλειψη στρατηγικών διαχείρισης του άγχους, συνδέονται με κίνδυνο εμφάνισης μετατραυματικών συμπτωμάτων.

Πώς μπορεί μια τραυματική εμπειρία τοκετού ή/και η μεταγεννητική ΔΜΤΣ να επηρεάσει τη ζωή των γυναικών, των παιδιών και του ζευγαριού;

Η μεταγεννητική ΔΜΤΣ, μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία της γυναίκας, στον δεσμό της με το παιδί, στην δυναμική του ζευγαριού και την ανάπτυξη του παιδιού. Συγκεκριμένα, κάποιες γυναίκες που δυσκολεύονται με συμπτώματα ΔΜΤΣ, αναφέρουν «πεσμένη» διάθεση, θυμό, κατηγορούν τον εαυτό τους για όσα έγιναν στον τοκετό, αισθάνονται ανεπάρκεια, συναισθηματικό «μούδιασμα» και σκέφτονται αρνητικά για το σώμα τους. Είναι επίσης πιθανό, να αποφεύγουν την σεξουαλική επαφή λόγω φόβου σύλληψης. Σε κάποιες περιπτώσεις, φοβούνται να απομακρυνθούν από το σπίτι και ακολουθούν συγκεκριμένες συνήθειες για να αισθανθούν ότι αποκτούν ξανά τον έλεγχο της ζωής τους. Αναφορικά με τον δεσμό με το μωρό, μετά από μια τραυματική εμπειρία τοκετού, κάποιες γυναίκες μπορεί να δυσκολεύονται να αντιληφθούν και να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του μωρού τους, να έχουν αρνητικές σκέψεις για αυτό, και να μην μπορούν να αισθανθούν ουσιαστικά συνδεδεμένες μαζί του. Οι συνέπειες του τραύματος επηρεάζουν αρνητικά τη σχέση του ζευγαριού, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις οι γυναίκες αισθάνονται ότι δεν έλαβαν από την/τον σύντροφό τους, την φροντίδα και «προστασία» που είχαν ανάγκη κατά τον τοκετό. Τέλος, έρευνες δείχνουν ότι σε κάποιες περιπτώσεις, η μεταγεννητική ΔΜΤΣ μπορεί να επηρεάσει με τέτοιο τρόπο τις μητέρες που τελικά να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών.

Πολλές γυναίκες αισθάνονται ενοχές για τα συμπτώματά τους. Συχνά, θεωρούν ότι εκείνες κάτι κάνουν λάθος, ότι δεν είναι καλές μητέρες και ντρέπονται να επικοινωνήσουν όσα σκέφτονται και αισθάνονται. Στην πραγματικότητα όμως, οι γυναίκες που δυσκολεύονται με ΔΜΤΣ δεν φταίνε για όσα βιώνουν και τα συμπτώματά τους είναι απόλυτα φυσιολογικές αντιδράσεις σε ένα τραυματικό γεγονός.

Μπορεί οι σύντροφοι να εμφανίσουν μεταγεννητική ΔΜΤΣ;

Οι σύντροφοι μπορεί επίσης να επηρεαστούν αρνητικά σε περίπτωση που έχουν βιώσει τον τοκετό ως «τραύμα». Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, συμπτώματα ΔΜΤΣ εμφανίζονται σε συντρόφους, λόγω της έμμεσης έκθεσής τους σε τραυματική εμπειρία τοκετού και είναι πιθανότερο να εμφανιστούν όταν ο τοκετός έχει επιπλοκές. Συχνά, η επικέντρωση στην φροντίδα της γυναίκας μπορεί να οδηγήσει σε παραμέληση των συντρόφων, που έχουν επίσης σημαντικές ανάγκες και μπορεί να βιώνουν πολύ δύσκολα συναισθήματα και αρνητικές σκέψεις μετά από ένα τοκετό. Γι’ αυτό, χρειάζεται και οι σύντροφοι να δέχονται προσοχή και υποστήριξη, προκειμένου να διαχειριστούν τις προκλήσεις της περιγεννητικής περιόδου και τις αλλαγές που φέρνει ο ερχομός ενός παιδιού.

Με ποιους τρόπους μπορούμε να προλάβουμε τη μεταγεννητική ΔΜΤΣ;

Ο κίνδυνος ένας τοκετός να βιωθεί ως «τραύμα» και αργότερα να αναπτυχθεί μεταγεννητική ΔΜΤΣ μπορεί να μειωθεί, αν οι ανάγκες της κάθε μητέρας αναγνωρίζονται και καλύπτονται εγκαίρως. Πώς όμως μπορεί να επιτευχθεί αυτό;

Αρχικά, πριν τον τοκετό, οι επαγγελματίες υγείας χρειάζεται να γνωρίζουν τί είναι το «ψυχικό τραύμα» στον τοκετό, να μπορούν να εντοπίσουν ποιες γυναίκες κινδυνεύουν περισσότερο και να τις διασυνδέουν με ειδικούς που μπορούν να βοηθήσουν. Επίσης, οι γυναίκες που έχουν ήδη βιώσει κάτι τραυματικό στη ζωή τους, είναι ευάλωτες να ζήσουν τον τοκετό ως «τραύμα». Γι’ αυτό το λόγο είναι σημαντικό οι ίδιες να αναγνωρίζουν τις ανάγκες που μπορεί να έχουν λόγω ενός «τραυματικού» παρελθόντος, να έχουν χώρο να τις εκφράσουν και να δέχονται κατάλληλη υποστήριξη από το περιβάλλον τους και/ή από ειδικούς ψυχικής υγείας.

Κατά τη διάρκεια του τοκετού, οι γυναίκες που αισθάνονται ότι χάνουν τον έλεγχο και δεν μπορούν να ακολουθήσουν το καθορισμένο πλάνο τοκετού, μπορεί να βιώσουν συμπτώματα ΔΜΤΣ. Γι’ αυτό, μπορεί να είναι βοηθητικό να συζητούν εκ των προτέρων με τους επαγγελματίες υγείας (μαίες/μαιευτές, γιατρούς) πιθανές εκβάσεις τοκετού, και να ετοιμάσουν μαζί ένα πλάνο για το πώς μπορούν να ανταποκριθούν στην κάθε περίπτωση. Έτσι, η γυναίκα μπορεί να γνωρίζει τις επιλογές της και να έχει έλεγχο στον τοκετό της.

Παράλληλα, γνωρίζουμε ότι οι γυναίκες που αισθάνονται ότι έχουν παραμεληθεί από επαγγελματίες υγείας στον τοκετό τους, κινδυνεύουν να εμφανίσουν συμπτώματα ΔΜΤΣ μεταγεννητικά. Γι’ αυτό, είναι σημαντικό, αφενός οι επαγγελματίες υγείας να γνωρίζουν πόσο καθοριστικά επηρεάζουν την εμπειρία του τοκετού και να εκπαιδεύονται ανάλογα, και αφετέρου, οι γυναίκες -ήδη από την προγεννητική περίοδο- να επιδιώκουν συνεργασίες που στηρίζονται στην εμπιστοσύνη, τη φροντίδα και την κατανόηση.

Αμέσως μετά από ένα τοκετό που έχει βιωθεί ως «τραύμα», οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας χρειάζεται να έχουν υπόψιν ότι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η γυναίκα είναι προτιμότερο να εκφράσει αυθόρμητα όσα επιθυμεί, παρά να γίνει μια επίσημη και εστιασμένη στο τραυματικό γεγονός συζήτηση. Επίσης, είναι εξαιρετικά σημαντικό οι άνθρωποι κοντά στη μητέρα, να τη φροντίζουν, καθώς οι γυναίκες που νιώθουν στήριξη από το περιβάλλον τους κινδυνεύουν λιγότερο να εμφανίσουν συμπτώματα ΔΜΤΣ. Τέλος, οι γιατροί και το μαιευτικό προσωπικό, χρειάζεται να λαμβάνουν υπόψιν τις ανάγκες της μητέρας μεταγεννητικά (π.χ. επιθυμία ή μη θηλασμού, ανάγκες ξεκούρασης, συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων), ώστε και η ίδια να αισθάνεται ότι «ακούγεται» και έχει να έλεγχο σε αυτή τη νέα περίοδο της ζωής της.

Το ότι η μητέρα μπορεί να ακολουθήσει κάποια βήματα πρόληψης, δεν σημαίνει ότι είναι υπεύθυνη για το τραύμα της, αλλά ότι μπορεί και εκείνη να συμβάλλει, όσο είναι δυνατό, στο να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον υποστήριξης και ασφάλειας κατά την περιγεννητική περίοδο.

Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η μεταγεννητική ΔΜΤΣ;

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του National Institute for Health and Care Excellence η εστιασμένη στο τραύμα Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία (ΓΣΘ), είναι προτεινόμενη θεραπεία για την αντιμετώπιση της ΔΜΤΣ. Η  αποτελεσματικότητα της ΓΣΘ στη διαχείριση ΔΜΤΣ μετά τον τοκετό, έχει επιβεβαιωθεί από πολλές έρευνες. Μέσω συγκεκριμένων τεχνικών της ΓΣΘ, η γυναίκα μπορεί να καταλάβει καλύτερα τί της συμβαίνει και πώς τα συμπτώματά της μπορεί να συνδέονται με προηγούμενες εμπειρίες ζωής. Επίσης, μαθαίνει να διαχειρίζεται δυσφορικά συναισθήματα, να αλλάζει δυσλειτουργικές σκέψεις (π.χ. «εγώ φταίω για ό,τι συνέβη») και συμπεριφορές (π.χ. αποφυγές) που δυσκολεύουν την καθημερινότητά της.

Ένας τραυματικός τοκετός μπορεί να αφήσει έντονα συναισθήματα φόβου και θλίψης και να επηρεάσει βαθιά την ποιότητα ζωής της μητέρας, του ζευγαριού και του παιδιού. Κάθε γυναίκα που αντιμετωπίζει τέτοιου είδους δυσκολίες, χρειάζεται την κατάλληλη υποστήριξη, ώστε να φροντίσει τόσο τον εαυτό της, όσο και το μωρό της και τελικά να γίνει η μητέρα που θέλει να είναι.

Διευκρίνιση: Παρότι τα κείμενα αυτοβοήθειας του Ινστιτούτου Έρευνας και Θεραπείας της Συμπεριφοράς γράφονται από ειδικούς ψυχικής υγείας, σε καμία περίπτωση οι πληροφορίες που δημοσιεύονται δεν αποτελούν επίσημη διάγνωση ή γνωμάτευση, σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπούν στην παροχή ολοκληρωμένων συμβουλευτικών ή ψυχοθεραπευτικών υπηρεσιών και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν την προσωπική επαφή με έναν ειδικό ψυχικής υγείας.